Εκεί, δίπλα στη μεγάλη φραγκοσυκιά, πελέκησε και κάρφωσε στο χώμα εκείνο τον ξύλινο σταυρό. Κι όταν περνούσε από το μονοπάτι για να πάει στο χωράφι του ή όταν πήγαινε να κοιτάξει το μυλαύλακο –τώρα αυτός ήταν ο μυλωνάς–, άφηνε ένα ματσάκι αγριολούλουδα που τα μάζευε απ’ το δρόμο.
Κάποτε, όταν πια οι μύλοι έπαψαν να δουλεύουν, γιατί είχαν γίνει εργοστάσια για το άλεσμα ή και γιατί δεν έσπερνε πια κανένας στάρια, ο Χρίστος ξενιτεύτηκε στην Αυστραλία.
Οι άλλοι κάτοικοι του οικισμού δίπλα στο γεφύρι σιγά σιγά αραίωσαν μέχρι που δεν έμεινε κανένας. Άλλος πέθανε, άλλος ξενιτεύτηκε στο εξωτερικό, άλλος έφυγε για τα αστικά κέντρα μετανάστης.
Όμως ο μικρός εκείνος σταυρός υπάρχει ακόμη. Δεν σάπισε το ξύλο του και παραμένει σταθερός λες και έχει ρίζες.
Ένας σπουδαίος συγγραφέας στο κύκνειο άσμα του. Στην τελευταία αυτή συλλογή του ο Δημήτρης Πετσετίδης προσεγγίζει με ευαισθησία και ανθρωπιά ατομικά και συλλογικά τραύματα της Κατοχής, του Εμφυλίου αλλά και της Χούντας. Προσωπικά βιώματα, μνήμες που ξεκινούν από τα παιδικά ακόμη χρόνια, γίνονται επεισόδια ενός μεγάλου δράματος. Το Μακριά από το ποτάμι είναι η μυθοπλασία της μνήμης. Ένα βιβλίο για την αγριότητα και τον παραλογισμό μιας εποχής που στοίχειωσε ανεπανόρθωτα την ελληνική κοινωνία και τις γενιές που ακολούθησαν.