Cart0
Your shopping cart is empty!
Sale

ΑΜΕΙΛΙΚΤΟ ΝΕΡΟ Χαιρόσουν όταν έριχνες τα Σάββατα γάργαρο το νερό επάνω στο μωσαϊκό και τα πλακάκια. Απ' το μπαλκόνι σου έτρεχαν καταρράχτες. Στο μέτωπό σου κόμποι ίδρωτα. Το σπίτι έλαμπε από καθαριότητα. Εσύ από χαρά. Γελούσες όπως πότιζες τον μυστικό σου κήπο να βρουν οι πεταλούδες χρώματα στις μαργαρίτες και τα φασολάκια. Τώρα στο γκρίζο και ξερό δωμάτιο λείπει η χαρά, τα έντομα, το χρώμα και το βλέμμα. Δεν έχει ψυχανθή και λεπιδόπτερα στον θάλαμο. Δυό πεταλούδες μοναχά αμείλικτο νερό φαρμάκι στάζουνε στις φλέβες καθώς ο θάνατος απ' την περίσσια οξυγόνου μεθυσμένος και τη νίκη του καθάριος στον αέρα αιωρείται πάνω απ' το σταυρωμένο σώμα.
Πίσω στο: ΠΟΙΗΣΗ-ΘΕΑΤΡΟ